-
1 βροχή
η прям., перен. дождь;ραγδαία βροχ — проливной дождь, ливень;
ψιλή βροχ — мелкий дождь;
νερό της βροχής — дождевая вода;
σύννεφο της βροχής — дождевая туча;
πέσανε βροχή οι ακρίδες — саранча налетела тучей;
1 βροχή
ραγδαία βροχ — проливной дождь, ливень;
ψιλή βροχ — мелкий дождь;
νερό της βροχής — дождевая вода;
σύννεφο της βροχής — дождевая туча;
πέσανε βροχή οι ακρίδες — саранча налетела тучей;